Wednesday, July 27, 2016

Αναζητώντας τον Τσόρτσιλ


Share/Bookmark
"Ρωσία, αν ακούς, ελπίζω να μπορέσετε να βρείτε τα 30.000 emails που εξαφανίστηκαν...", δήλωσε ο Trump σε συνέντευξη τύπου στο Ντόραλ στη Φλόριδα.

Mετά την υποκλοπή των emails της ηγεσίας των Δημοκρατικών, για την οποία υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι πραγματοποιήθηκε από ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, τις οποίες εξετάζει σοβαρά το FBI, τούτο εδώ είναι κάτι πιο τρομακτικό.

Ο ίδιος ο Donald Trump, υποψήφιος Πρόεδρος των ΗΠΑ και υποψήφιος Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και των μυστικών υπηρεσιών, του ισχυρότερου στρατού του κόσμου, της ισχυρότερης Δημοκρατίας του πλανήτη, ζήτησε δημόσια από το αυταρχικό καθεστώς της Ρωσίας, μιας ξένης χώρας, να υποκλέψει και να αποκαλύψει τα mails της αντιπάλου του, που είχε στείλει κατά τη διάρκεια της θητείας της ως υπουργός Εξωτερικών, και υποτίθεται ότι περιέχουν κρατικά μυστικά!

Φυσικά, για τον Πούτιν και το καθεστώς του αυτά τα παιχνίδια είναι η μόνη διέξοδος διαφυγής. Αν δεν μπορείς να νικήσεις έναν στρατό, μια οικονομία, μια χώρα, έναν συνασπισμό Δημοκρατικών χωρών, παίξε όπως ξέρεις και κάνεις στη δική σου. Προσπάθησε με χαμηλής έντασης δράσεις να επηρεάσεις τη δημοκρατική διαδικασία (μικροτρομοκρατία, υποκλοπές, χρηματοδότηση αντιπάλων κ.λπ) μέχρι να φτάσεις να της επιβάλεις το καθεστώς σου. Κοινότατη και παλιά τεχνική των σταλινικών και της Σοβιετίας. Την εφάρμοσε και εφαρμόζει στην Αγγλία, στην Ευρώπη, στη Συρία, στις παρακείμενες χώρες που αποσταθεροποιεί συστηματικά.

Όμως να ζητάει ο υποψήφιος Πρόεδρος των ΗΠΑ από ξένη αυταρχική χώρα να υποκλέψει τα mails της αντιπάλου του, είναι πράγματα ανήκουστα, πρωτόγνωρα.

Η κατάσταση είναι πολύ πιο επικίνδυνη εντέλει από όσο νομίζει κανείς, και το άρθρο https://medium.com/…/history-tells-us-what-will-happen-next…φαίνεται να επαληθεύεται.

Η Δημοκρατία είναι ευάλωτη αν δεν εντοπίσει έγκαιρα και κάνει σαφή τον εχθρό. Εντός και εκτός. Συμβαίνει ήδη.

Αναζητώντας τον Τσόρτσιλ.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος

Monday, July 25, 2016

Η αντίφαση και το κόμπλεξ


Share/Bookmark
Οι Έλληνες είναι μια κοινότητα που περιέχει πάρα πολλούς ανθρώπους με ιλιγγιώδη εξυπνάδα, ευρύτητα πνεύματος, κοσμοπολιτισμό. Έχουν προνομιούχα πρόσβαση λόγω της πολύχρωμης και τραγικής ιστορίας των κοινοτήτων τους, λόγω γλώσσας και μουσικής στις πηγές της παγκόσμιας σκέψης και δημιουργικότητας. Έχουν χάρισμα λόγω γεωγραφίας και προσμείξεων.

Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, η απόσταση ανάμεσα στους καλύτερους και τους χειρότερους είναι έτη φωτός μεγαλύτερη από ό,τι είναι σε άλλες πολιτισμικές κοινότητες. Η (όχι ανεξήγητη) αντίφαση είναι πως οι χειρότεροι είναι εκείνοι που διεκδικούν την ανωτερότητα, που αφορά και προέρχεται από τους ικανότερους. Οι ικανοί απλώς τη ζουν σαν πολίτες του κόσμου, ανταγωνιζόμενοι τους ομοίους τους, με δυσκολίες ενίοτε και συχνότατα με επιτυχία.

Οι ανίκανοι δηλώνουν την ανωτερότητα και την απαιτούν. Εν ονόματι όλων. Μια και δεν μπορούν να την κατακτήσουν, τη διεκδικούν σαν μεταφυσική πρόνοια, σαν γονιδιακή μέριμνα της φύσης για την πάρτη τους, σαν χάρισμα Θεού. Μυρίζονται όπως το αγρίμι, φθονούν θανάσιμα και είναι έτοιμοι να κατασπαράξουν όσους ανάμεσα στους ομοεθνείς τους τη ζουν και την παλεύουν με αδιαφορία και χαλαρότητα.

Οι Έλληνες δεν είναι οι μόνοι στον κόσμο που ζουν αυτό το δράμα. Το δίπολο κόμπλεξ ανωτερότητας (είμαστε όλοι οι καλύτεροι, ένα έθνος, ένας λαός!) και κατωτερότητας (οι άλλοι, οι ξένοι, βυσσοδομούν και δεν μας αφήνουν να προκόψουμε), πηγάζει από την ενστικτώδη αυτογνωσία των ανίκανων και των ανοήτων, που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν την ανωτερότητα των ικανών και να τους κυριαρχήσουν ταυτόχρονα. Ειδάλλως να τους καταστρέψουν ή να τους αποδιώξουν, να τους οστρακίσουν. Είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Εκείνου του νομίσματος που κατορθώνουν να πιστεύουν στα σοβαρά ότι κυριαρχεί όταν υποτιμάται!

Ίσως όμως το ρωμέικο να είναι το παραδειγματικό έθνος που η απόσταση είναι τόσο μεγάλη, οι ισορροπίες τόσο αμφίβολες, ώστε το κόμπλεξ τούτο να εκδηλώνεται με τέτοια ανελέητη ένταση.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


Tuesday, July 19, 2016

Κυνηγώντας Μπουνιουελικά Πόκεμον


Share/Bookmark
Βρήκα ένα πόκεμον μέσα στο σπίτι. Αν δεν ξέρετε τι είναι τα πόκεμον και γιατί τα κυνηγάνε, είστε τυχεροί. Εγώ δυστυχώς είχα προλάβει να μάθω. Καθόταν λοιπόν πάνω στη βιβλιοθήκη με τα ποδαράκια του κρεμασμένα να χτυπούν στη δερματόδετη ράχη κάποιου Γκέγκελ (ναι, τον έχω στα ρωσικά) με ένα επίμονο ταπ-ταπ. Γύρισα γρήγορα το κινητό και πριν προλάβω να του πετάξω ό,τι είχα πρόχειρο (επειδή δεν πρόλαβα να μαζέψω μπάλες, σκέφτηκα προς στιγμήν ένα βαρύ αλαβάστρινο τασάκι), εκείνο με ξάφνιασε. «Δεν θα πετύχεις τίποτα», είπε με ελαφρώς ειρωνική φωνή. 

Αμφιταλαντεύτηκα μια στιγμή αν έπρεπε να μείνω ξερός με την ομιλητικότητα του πόκεμον ή να τη θεωρήσω κι αυτήν ακόμα μια φυσικότητα, ανάμεσα στους τόσους παραλογισμούς που συνηθίζουμε μέρα με τη μέρα. Τελικά, προσπέρασα βιαστικά τους ενδοιασμούς πετώντας ένα «Και πού το ξέρεις εσύ;», λες και γνωριζόμασταν από παλιά. «Τι, πού το ξέρω; Αφού σε παρακολουθώ. Ό,τι και να κάνεις, δεν θα με πιάσεις». Θέλει να με τσαντίσει το βλαμμένο, σκέφτηκα αυτομάτως, ώστε να κάνω τη λάθος κίνηση. Είναι τακτικός ελιγμός. «Καλά, ό,τι πεις», συγκατένευσα πειθήνια. «Αλλά αφού με παρακολουθείς, τι ξέρεις για μένα ώστε να είσαι τόσο σίγουρο ότι δεν θα σε πιάσω;» συνέχισα ήπια, ενώ ανεπαισθήτως κινούμουν προς το μέρος του. «Είσαι ανόητος!», αποφάνθηκε το ζουζούνι εμφατικά, και πρόσθεσε αναστενάζοντας «δεν το βλέπεις ότι έχω φτιαχτεί για να σε κάνω να τρέχεις;» «Και πού είναι το κακό; Λίγο τρέξιμο μάλλον το χρειάζομαι», επέμεινα στην τακτική μου συνεχίζοντας το πλασάρισμα. «Αχαχαχα!», ξεκαρδίστηκε με ένα τσιριχτό γελάκι. «Ρε, ανόητε,» και σοβαρότερα «δεν είμαι το παιχνίδι σου. Είμαι οι κανόνες όλων των παιχνιδιών». Και τσουπ! Εξαφανίστηκε από το πεδίο μου γιατί είχα πλέον παραζυγώσει. 

«Εδώ!», έκανε βαριεστημένα, λες κι ανησυχούσε μήπως δεν το προσέξω κι εγκαταλείψω το κυνήγι. Τώρα είχε πάει σε ένα άλλο ράφι σχεδόν δίπλα μου κι ακουμπούσε τον αγκώνα στη ράχη του Ηρόστρατου. Γύρισα απροετοίμαστος και γι’ αυτό μου ήρθε εντελώς ξαφνική η σφαλιάρα, που για το τόσο δα χεράκι του ήταν μάλλον δυνατή. «Γ@@@ το κέρατό σου!», ούρλιαξα πριν προλάβω να ελέγξω την οργή μου. «Α, μπράβο! Τώρα τα λες καλά», αντιγύρισε ικανοποιημένο. 

Και τότε, δεν ξέρω από πού, μια γαλήνη με κατέλαβε. Συνέχισα τις δουλειές μου σπίτι σαν να μην υπήρχε. Έπρεπε να το δείτε αυτό. Και τι δεν έκανε για να μου αποσπάσει την προσοχή και να με βάλει ξανά στο παιχνίδι. Πετούσε τα βιβλία μου στην αρχή (σκίρτησα στο Χρυσάφι των Τίγρεων, αλλά δεν κουνήθηκα), ύστερα τρικλοποδιές, μετά έκατσε στο πληκτρολόγιο και χρειάστηκε υπομονή για να το αποφύγω. Μηχανεύτηκε τα πάντα. Πέρασαν ώρες, ή μέρες, ή χρόνια, δεν θυμάμαι πια. Φεύγοντας σε απόγνωση μου είπε «Καλά, δεν ξέρεις τι χάνεις. Θα το μετανιώσεις. Και μη μου ξαναμιλήσεις στο ουδέτερο. Έχω όνομα και στη γλώσσα σου είναι θηλυκό».

 Είχα γυρισμένη την πλάτη και δεν σάλεψα. Αλλά ένα χαμόγελο γράφτηκε πιο πολύ στα μάτια παρά στα χείλη, καθώς μέσα μου θριαμβολογούσα: το ήξερα από πάντα τ’ όνομά σου και είμαι αποφασισμένος να μην το μνημονεύσω ποτέ.

Θάνος Σίδερης




Sunday, July 17, 2016

Ιστορίες γάτων


Share/Bookmark
Έχω σχηματίσει την πεποίθηση ότι οι γάτες αποκαλύπτουν τη φύση των ανθρώπων ή μας βοηθούν να την ανακαλύψουμε. Όντας το υπηρετικό τους προσωπικό και ζώντας στα σπίτια τους, ζούμε κατά κάποιον τρόπο στα όνειρά τους. Έχω τρεις ιστορίες που γάτες όρισαν τις ζωές των ανθρώπων, τουλάχιστον για μια περίοδο. Στη συνέχεια απλά τις περιείχαν.

Ένας φίλος μου αφηγήθηκε την πρώτη προχτές. Ένας ηλικιωμένος κύριος είχε έναν γάτο. Ο κύριος πέθανε. Ο γάτος ήταν 11 ετών. Η σύντροφος του κυρίου, που δεν έμενε στο ίδιο σπίτι μαζί του, αποφάσισε να κρατήσει τον γάτο που τόσο αγαπούσε ο σύντροφός της κι έτσι έβαλε αγγελία να βρει νοικάρη που θα πλήρωνε πολύ φθηνότερο ενοίκιο από το κανονικό, αλλά θα φρόντιζε τον γάτο. Το σπίτι ήταν σε περιφερειακή συνοικία της Βαρκελώνης κι ο γάτος αξιαγάπητος. Ο φίλος που μου το αφηγήθηκε ήταν αυτός ο νοικάρης. Η γειτονιά ήταν μακρινή και δεν τον συνάρπαζε τόσο, αλλά αρχικά το χάρηκε . Ήταν μια αλλαγή και οικονομική ανακούφιση. Ο γάτος πέθανε σε δυο χρόνια. Όμως εκείνος έμεινε άλλα τρία, σε μια γειτονιά που δεν του άρεσε πια τόσο, ενώ είχε πλέον αρκετά έσοδα να πληρώσει ένα σπίτι σε άλλη γειτονιά. Όμως βαριόταν να μετακινηθεί, γιατί είχε οικειοποιηθεί το σπίτι, ή τον είχε οικειοποιηθεί το σπίτι, σαν τον γάτο.

Ένας άλλος αγαπημένος φίλος έχει τρία γατιά. Το ένα γατί δεν τρώει και δεν πίνει αν δεν είναι ο ίδιος παρών. Εδώ και αρκετό καιρό ο φίλος μου αρνείται να μετακινηθεί για χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα της μιας ημέρας, γιατί πιστεύει ότι το γατί δεν θα φάει και δεν θα πιει τίποτα δίχως αυτόν. Και δεν θέλει να το διακινδυνεύσει. Ζει κατά κάποιον τρόπο τη ζωή του γάτου, όπως ο ίδιος την επέβαλε στον εαυτό του.

Τέλος, ένας άλλος φίλος πρόσφατα μου αφηγήθηκε την εξής ιστορία. Πολύ συνδεδεμένος με την άρρωστη μητέρα του, υστεροπαίδι, τη φρόντιζε για περίπου δέκα χρόνια, από τα 35 ως τα 45 δικά του, αρνούμενος πολλές άλλες χαρές της ζωής. Η μητέρα του πεθαίνοντας άφησε ένα γατί που αγαπούσε πολύ, αλλά ήταν πολύ επιθετικό. Και την ίδια την είχε γρατζουνίσει και δαγκώσει σε ανύποπτο χρόνο. Στο σπίτι του δεν μπορούσε να το κρατήσει, το φοβόταν η γυναίκα του – δικαίως, πιθανότατα. Δεν άντεχε να το πάει για ευθανασία, έτσι τελικά η γυναίκα του βρήκε μια πανσιόν γατιών που το κράτησε για 5 χρόνια, έως πρόσφατα. Ο γάτος ήταν ήδη 13 ετών όταν πέθανε η μητέρα του. Του κόστιζε ακριβά, 100 ευρώ τον μήνα - με έναν κανονικό μισθό δεν είναι λίγα, αλλά το ξέχασε ή απέφυγε να το σκέφτεται. Πρόσφατα, προσπαθώντας να μειώσει τα έξοδά του για να κάνει κάποιες αλλαγές στη ζωή του, θέλησε να τηλεφωνήσει στον υπεύθυνο του γατοξενοδοχείου για δύστροπες γάτες, για να του πει πως αποφάσισε να τη θανατώσει. Η γάτα είχε ήδη πεθάνει μόλις λίγες εβδομάδες πριν. Άλλος ένας που έζησε τη ζωή του γάτου, μέχρι που εξαφανίσθηκε το ξενοδοχείο.

Τελικά, σχεδόν όλοι ζούμε τη ζωή κάποιας γάτας. Γι’ αυτό τις αγαπώ (κατά κάποιον τρόπο) ή κατ' ελάχιστον τις σέβομαι, σαν ένα αξιοπερίεργο και ακατανόητο ον, όπως ένα ερωτηματικό.


ΥΓ. Σχόλια δεκτά κι ελεύθερα για την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων (ακόμη και σκληρά) και τις ψυχές των γάτων, αλλά προσέξτε πώς θα το πείτε, ό,τι πείτε, για τους φίλους μου. 
 .
Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος