Thursday, October 1, 2015

Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα


Share/Bookmark
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, 482.000 Έλληνες μετανάστευσαν στο εξωτερικό την περίοδο 2008-2013 (4,4% του συνολικού πληθυσμού, σύμφωνα με την απογραφή του 2001). Ο αριθμός αυτός είναι πιθανότατα αρκετά υψηλότερος πλέον, καθώς η τάση επιταχύνθηκε στη διετία 2014 – 2015. Ταυτόχρονα, μεγάλος αριθμός παραγωγικών μεταναστών (κυρίως από χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης) που είχαν σε μεγάλο βαθμό αφομοιωθεί στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία, τόσο πολιτιστικά όσο και οικονομικά, εγκατέλειψε τη χώρα, αφενός λόγω της υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα και αφ’ ετέρου λόγω της βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης στις χώρες προέλευσής τους ή σε άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού κέντρου, που παρέχονται περισσότερες ευκαιρίες. Τα δυο αυτά ρεύματα δεν θα ήταν άτοπο να υπολογίσει κανείς πως στέρησαν την Ελλάδα από περίπου 1 εκατομμύριο ανθρώπους με δεξιότητες, σε παραγωγική ηλικία τα τελευταία 6-7 χρόνια. Αυτό αντιστοιχεί στο 10% περίπου του πληθυσμού της χώρας.

Τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς εργασίας για τον μήνα Δεκέμβριο 2014 είχαν ως εξής: το ενεργό δυναμικό της χώρας ήταν 4.738.970  άτομα (3.505.570 απασχολούμενοι, εκ των οποίων το ένα εκατομμύριο περίπου στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, συν 1.233.400 άνεργοι) και ο μη ενεργός πληθυσμός 3.371.760 άτομα.

Αυτό που κάνει τον υπολογισμό της εγκατάλειψης της χώρας από τους παραγωγικούς της πολίτες τρομακτικό είναι πως έφυγε από τη χώρα πάνω από το 20% περίπου του παραγωγικού της δυναμικού. Το ποσοστό αυτό μεγαλώνει εάν υπολογιστεί στις πλέον παραγωγικές ηλικίες (25-45 ετών), δηλαδή όσων έχουν το περιθώριο να εργαστούν για χρόνια ακόμη και να παράγουν πλούτο αξιοποιώντας την εκπαίδευση, τις γνώσεις και την εμπειρία τους.

Ταυτόχρονα, περισσότερες από 14.000 ελληνικές επιχειρήσεις έχουν μεταφερθεί στη Βουλγαρία, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου για την οικονομία της αγοράς στη Σόφια, ενώ ο αριθμός των επιχειρήσεων που μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους εκτός Ελλάδας αναμένεται να φτάσει στις 60.000 σύμφωνα με τις δυσοίωνες προβλέψεις.

Η επιμονή του δείκτη ανεργίας σε δυσθεώρητα ύψη (27% στο σύνολο και κοντά 70% στις νεώτερες ηλικίες), παρά τη μείωση του ενεργού πληθυσμού της χώρας και άρα της προσφοράς εργασίας, αποδεικνύει αυτό που όλοι οι σοβαροί οικονομολόγοι γνωρίζουμε, αλλά οι λαϊκιστές πολιτικοί διαστρέφουν: η ανεργία δεν προκαλείται από την αύξηση του πληθυσμού μέσω μεταναστευτικών ροών προς μια χώρα, αλλά από την ανυπαρξία ευκαιριών για την αξιοποίηση του παραγωγικού εργατικού δυναμικού. Στην πραγματικότητα, κάθε θέση εργασίας σε ανταγωνιστικό τομέα της οικονομίας δημιουργεί περισσότερες θέσεις σε όλους τους τομείς. Και δεν επιλύεται με τη μείωση της προσφοράς εργασίας, η οποία μειώνει συνολικά την παραγωγική βάση της οικονομίας.

Η ανεργία προκαλείται από ένα σύστημα ασταθές και αρτηριοσκληρωτικό, που αποτρέπει τις παραγωγικές πρωτοβουλίες, μικρές και μεγάλες, με κάθε τρόπο (υπερβολική και – κυρίως – απρόβλεπτη και θολή φορολογία στις παραγωγικές δραστηριότητες και στην εργασία, κλειστές αγορές, ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά, οικονομική και πολιτική αστάθεια, χρηματοπιστωτική ασφυξία).

Η Ελληνική εκροή παραγωγικού δυναμικού, εάν επιταχυνθεί περαιτέρω, πράγμα ιδιαίτερα πιθανό, θα μπορεί να συγκριθεί όχι πλέον με αυτή χωρών που πέρασαν φάσεις κρίσης, όπως η Πορτογαλία και η Λιθουανία ή η Βουλγαρία παλαιότερα, αλλά με χώρες που βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου, όπως η Συρία. Με τη διαφορά ότι οι Έλληνες δεν αντιμετωπίζουν (ευτυχώς) κλειστά σύνορα, τουλάχιστον στην Ευρώπη.

Οι επιπτώσεις της εκροής και εισροής παραγωγικού δυναμικού σε μια οικονομία είναι διαφορετικές ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της οικονομίας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ατόμων. Όταν η οικονομία αξιοποιεί πλήρως τους παραγωγικούς της πόρους (κεφάλαιο, υποδομές, φυσικούς πόρους) και παράγει περίσσευμα δυναμικού, τότε η εκροή είναι ωφέλιμη. Ιδιαίτερα εάν εστιάζεται σε παραγωγικό δυναμικό χαμηλότερων δυνατοτήτων και λιγότερων δεξιοτήτων. Όταν μια οικονομία υποχρησιμοποιεί σε τεράστια κλίμακα τους πόρους της (όπως είναι η περίπτωση της Ελλάδας) και η εκροή αποτελείται κατά κύριο λόγο από δυναμικό με υψηλότερες ή μέσου επιπέδου δεξιότητες, τότε επιταχύνει τον μαρασμό.

Εισάγει την μεν οικονομία σε έναν φαύλο κύκλο, όπου μετασχηματίζεται κάθε φορά σε περισσότερο περιφερειακή, λιγότερο παραγωγική και εξαρτημένη από τα εμβάσματα και δραστηριότητες χαμηλότερης εγχώριας προστιθέμενης αξίας, στερεί δε από την κοινωνία τον μοχλό εκείνο πολιτικής πίεσης για αλλαγή από αυτούς οι οποίοι θα είχαν συμφέρον σε αυτή την αλλαγή. Των καλύτερων, που είναι αποκλεισμένοι έναντι των μετρίων που έχουν καταλάβει τους μοχλούς της κοινωνικής και οικονομικής εξουσίας. Αυτό ίσως είναι και η σοβαρότερη επίπτωση, καθώς μειώνει τη δυνατότητα της κοινωνίας να παράγει ενδογενώς μια πολιτική, κοινωνική και οικονομική μεταστροφή. Και για τον λόγο αυτόν, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, βολεύει και αυτούς τους τελευταίους, τους μετρίους, η μεγάλη έξοδος. Σκεφτόμενοι κοντόφθαλμα, βλέπουν ότι φεύγουν οι πλέον απειλητικοί για τη δική τους εξουσία και απομένει πλέον σε αυτούς να διαχειριστούν τους ανθρώπους με λιγότερες δεξιότητες και τη διαδικασία φτωχοποίησης.

Βέβαια, ο υπολογισμός αυτός έχει μια σειρά από αδιέξοδα, που θα τα βρουν μπροστά τους μερικά χρόνια μετά. Ήδη το πρώτο που διαφαίνεται είναι το δραματικό αδιέξοδο του (ακόμη πλουσιοπάροχου για πολλούς) ασφαλιστικού συστήματος. Το οποίο θα επιταχυνθεί όταν ο κύκλος του μαρασμού θα οδηγήσει και σημαντικά μέρη από τα υπόλοιπα στρώματα του πληθυσμού στην απεγνωσμένη έξοδο. Ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η δυνατότητα οικονομικής και κοινωνικής καινοτομίας, υποβιβάζοντας τη χώρα κάθε φορά σε χαμηλότερα επίπεδα του διεθνούς καταμερισμού εργασίας.

Συνολικά, τα στρώματα που ασκούν την εξουσία θα πρέπει να διαχειριστούν την προσαρμογή της οικονομίας σε ένα πολύ-πολύ κατώτερο επίπεδο ζωής και εισοδημάτων μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, σε τέτοιο βαθμό που, ακόμη και αν δεχτούν να μειώσουν τα δικά τους κάπως, δύσκολα θα αποφύγουν μια γενικευμένη έξοδο των υποζυγίων τους. Ακόμη ίσως και η προσδοκία να τα αντικαταστήσουν από υποζύγια άλλων φτωχότερων οικονομιών δεν είναι βιώσιμη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Βαλκάνιοι γείτονες που φεύγουν ή οι μορφωμένοι Σύριοι που δεν επιθυμούν να μείνουν στη χώρα μας. Το αδιέξοδο των στρωμάτων που ασκούν την εξουσία και ψάχνουν υπηρέτες είναι πως δεν μπορείς να αγοράσεις πληθυσμούς με δεξιότητες γι' αυτόν τον ρόλο αν δεν έχεις τα λεφτά των χωρών του Κόλπου. Οπότε αυτό που μπορείς να αγοράσεις δεν είναι συμβατό με τις απαιτήσεις σου.

Η πολιτική αναστροφή και η μεταβίβαση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας από τα συντηρητικά πατριαρχικά οικογενειοκρατικά στρώματα στα παραγωγικά και ανατρεπτικά τμήματα της Ελληνικής κοινωνίας είναι η μόνη δυνατή, όσο όμως και λιγότερο πιθανή διέξοδος από τον φαύλο κύκλο του μαρασμού. Στο τέλος του οποίου καραδοκεί ένα είδος καθολικής σύγκρουσης ή η μετάπτωση σε μια κατάσταση λίμπο σταδιακής ανυπαρξίας και λήθης.

 Όπως τα άστρα όταν πεθαίνουν, αφού καταναλώσουν όλα τους τα παραγωγικά καύσιμα, εάν είναι αρκετά μεγάλα, καταρρέουν στον εαυτό τους σε μια τελική μεγάλη έκρηξη, γνωστή ως super nova, ή εάν δεν έχουν το απαιτούμενο υλικό και μάζα, σβήνουν σε ένα μικρό ξεχασμένο αστρικό πτώμα που κάποτε έμοιαζε με τον ήλιο μας.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


No comments:

Post a Comment