Monday, January 21, 2013

Ίλια Πριγκοζίν


Share/Bookmark
"Το μέλλον δεν είναι δεδομένο, τελεί πάντοτε υπό διαμόρφωση", μας θύμιζε ακούραστα ο νομπελίστας φυσικός Ίλια Πριγκοζίν...

Ο Ίλια Πριγκοζίν, τον οποίο είχα τη χαρά και την τιμή να γνωρίσω σε ένα όμορφο δείπνο στις Βρυξέλλες έναν χρόνο πριν φύγει, έζησε και συνδιαμόρφωσε τον ταραγμένο αιώνα που πέρασε και ό,τι θα τον ακολουθήσει. Γεννημένος στη Ρωσία, από εβραϊκή οικογένεια, λίγο πριν την Επανάσταση του Οκτώβρη του '17, έφυγε με την οικογένειά του λίγο μετά την επανάσταση για τη Γερμανία, την οποία και εγκατέλειψε λίγο αργότερα για το Βέλγιο, όπου και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του και όπου δημιούργησε το τεράστιο έργο το οποίο άλλαξε ριζικά τη σύγχρονη φυσική και, εν πολλοίς, τη σύγχρονη φιλοσοφία.


Μαζί με άλλους 20 Νομπελίστες συνυπέγραψαν το Τρίτο Μανιφέστο του Ανθρωπισμού το 2003, ένα από εκείνα τα κείμενα που επιδιώκουν να διαμορφώσουν τη σκέψη και την πράξη του αιώνα που έρχεται στο πλαίσιο των βασικών αρχών του ανθρωπισμού. Ένα από εκείνα τα θεμελιώδη κείμενα αρχών που όσοι αναζητούν αναφορές για το πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί να κινούνται οι αρχές του προοδευτικού φιλελευθερισμού και της ανθρωπιστικής οικολογίας θα πρέπει να διαβάσουν (http://www.americanhumanist.org/Huma…/Humanist_Manifesto_III) .

Θυμάμαι ακόμη τη λάμψη στα μάτια του ηλικιωμένου κι όμως έφηβου αυτού ανθρώπου, όταν αποτραβηγμένοι σε μια γωνιά, κοιτώντας ένα βιβλίο με μοτίβα των ελληνικών κλασικών θεμάτων σε σχέση με αυτά των λατινοαμερικάνικων πολιτισμών των οποίων συνέλεγε αντικείμενα, έβλεπε σε αυτά τα μοτίβα το πολλαπλό κι όμως παρόμοιο μέλλον της ανθρωπότητας γεννημένο από το χάος της κατάρρευσης ενός συστήματος που έχει ξεπεράσει το όριο ισορροπίας του.

Στον δικό μας νου καθορίζεται το νέο μοτίβο, η νέα δομή, καθώς ακολουθούμε μελαγχολικά το αναπόφευκτο και αναντίστρεπτο βέλος του χρόνου.


Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος






Friday, January 18, 2013

Η λίστα Λαγκάρντ και η Δημοκρατία των Δημοσίων σχέσεων


Share/Bookmark
Να συμφωνήσουμε ποιο είναι το βασικό πρόβλημα της χώρας:

Α. Το οικονομικό πρόβλημα: η κυριαρχία των προσοδούχων, οι οποίοι ελλείψει ανταγωνισμού γίνονται κάθε μέρα και πιο ηλίθιοι.

Ομάδες του πληθυσμού και άτομα που εξουσιάζουν όχι με βάση τη δική τους παραγωγή και δημιουργικότητα, για την οποία είναι μετρίως ικανοί ή παντελώς ανίκανοι, αλλά εκμεταλλευόμενοι τη δημιουργικότητα και την παραγωγικότητα άλλων. Το ελληνικό θαύμα συνίστατο στην εκμετάλλευση και, την ίδια στιγμή, απαξίωση των υποδομών που δημιουργήθηκαν από τον κόπο και το αίμα γενεών Ελλήνων και ταυτόχρονα στην κατανάλωση του μέλλοντός τους μέσω του δανεισμού.

Εισέβαλαν στον μηχανισμό των κομμάτων και μέσω αυτών του κράτους, τον κατέλαβαν, δημιούργησαν ένα πλήθος παρα-κρατικών επιχειρήσεων και επαγγελμάτων και χρησιμοποιούν τους μηχανισμούς της δημοκρατίας ώστε να ελέγχουν τη συνείδηση των πολιτών με τον θόρυβο (βλέπε χαρακτηριστικά λίστα Λαγκάρντ) ή τη σιωπή, καθώς και με την αποδιάρθρωση της Παιδείας που έχει στερήσει από τους πολίτες το κριτικό εφόδιο. Δημιουργούν θέματα που δεν υπάρχουν, εξαφανίζουν άλλα που υπάρχουν, δημιουργούν ενοχές στους πολίτες για τα αυτονόητα.

Αποδεδειγμένα ηλίθιοι και ανίκανοι, δεν διαθέτουν ούτε την καλλιέργεια ούτε την ευφυία για να δουν λίγο πέρα από τον μικρόκοσμο και τον μικρόχρονό τους, έστω για να περισώσουν τον εαυτό τους.

Β. Το πολιτικό πρόβλημα: η ακύρωση του δημοκρατικού διαλόγου.

Η συζήτηση μετατοπίζεται πάντα στη διαδικασία για να αποφύγουμε να συζητήσουμε την ουσία. Μια ακραία περίπτωση είναι τα γεγονότα που ακολούθησαν την περιβόητη λίστα.

Η Δημοκρατία ακυρώνεται από τη στιγμή που τόσο οι πολίτες όσο και οι πολιτικοί σταματούν να συζητούν μεταξύ τους αλλά συζητούν με τα media, με ενδιάμεσους, οι οποίοι αποκτούν έτσι αυτοτελή υπόσταση. Σχηματικά, η τηλεόραση στο σαλόνι υποκαθιστά τη συζήτηση μεταξύ των παρισταμένων, γίνεται η ίδια συζητητής, διαλεγόμενος, και μεταφέρει αμείλικτη την κουβέντα όπου θέλει. Οι υπήκοοι ακολουθούν. Η Βουλή τρέχει από πίσω.

Η ελληνική Δημοκρατία είναι η Δημοκρατία της επί-κοινωνίας, της επί-φασης, της επι-φάνειας.

Δημιουργήσαμε τη Δημοκρατία των δημοσίων σχέσεων, που δεν είναι ούτε αληθινά Δημόσιες, με την έννοια που έχει η λέξη αυτή στον σύγχρονο κόσμο, (μάλλον ιδιοτελέστατες είναι) ούτε πραγματικές σχέσεις. Είναι το μετατοπισμένο σύστημα των σχέσεων των σογιών και της αλληλοϋποστήριξης και αλληλοσπαράγματος της κλίκας... Οι ελίτ της χώρας μόνο μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούν να αντιληφθούν τον κόσμο. Το κόλπο είναι ότι έχουν πετύχει να μας κάνουν να ασχολούμαστε μαζί τους. Να τους παίρνουμε στα σοβαρά.

Η ελληνική κοινωνία δεν είναι ακριβώς κατακερματισμένη, με τη σύγχρονη έννοια του κατακερματισμού των προηγμένων κοινωνιών.

Κυριαρχείται από ένα άθροισμα από σόγια και κλίκες και η πολιτική της, κατά συνέπεια, είναι ένα συναφές άθροισμα από λαϊκότροπα κουτσομπολιά, με έναν και μόνο ιδιοτελή σκοπό. Την εξουσία με κάθε μέσο και τον πλουτισμό με κάθε τρόπο.

Σημασία αποκτά έτσι η εσωτερική καταξίωση στην ομάδα, στην οργάνωση, στην κλίκα.

Από τα παραπάνω είναι προφανής ο κύριος στόχος οποιασδήποτε μεταρρύθμισης , ο στόχος εκείνος του οποίου όλα τα άλλα, πολλά μεγάλα και σημαντικά, είναι παρελκόμενα:

Η επίλυση του πολιτικού προβλήματος. Η αποκατάσταση της Δημοκρατίας.

Αυτή προϋποθέτει την αποκατάσταση του διαλόγου και της διαφωνίας επί της ουσίας, την οικοδόμηση των αντιθέσεων του σύγχρονου κόσμου, για να γίνει δυνατό να τοποθετηθούμε ως σύνολο, μέσα από αυτές τις αντιθέσεις, στη σύνθεσή του.

Αν δεν κατορθώσουμε να απενοχοποιήσουμε τις λέξεις και τα νοήματά τους, Δημοκρατία δεν υπάρχει, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος.

Αν δεν απαξιώσουμε τους ενδιάμεσους και τους εκπροσώπους τους, το στρώμα εκείνο που παράγει τον θόρυβο και τη σύγχυση, η αλήθεια θα υποκρύπτεται πάντα, η συζήτηση θα δηλητηριάζεται από την κρυμμένη ενοχή, όταν θα μας απαντούν με απαξιωτικό ύφος «μα αυτό είναι σοσιαλιστικό, είναι ακαταλαβίστικο, είναι κουλτουριάρικο, είναι αναρχικό, είναι συντηρητικό, είναι φιλελεύθερο».

Αν δεν επιτύχουμε να δημιουργήσουμε τις υγιείς αντιθέσεις του σύγχρονου κόσμου, να πάμε την κουβέντα αλλού, οι τίτλοι τέλους για το νεοελληνικό Κράτος, το συλλογικό αυτό όνειρο της Δύσης και των φωτισμένων Ελλήνων που συνδέθηκαν με το μεγάλο κίνημα του Διαφωτισμού, θα έρθουν αναπόφευκτα και μάλλον όχι αργά.

Η Ιστορία, τρελή κι ανάλαφρη γριά, θα κοιτάξει προς αυτή την αρχαία γωνιά του κόσμου μια τελευταία φορά και θα μας αποχαιρετήσει μάλλον ανακουφισμένη, ούτε καν με κάτι σοβαρό, αλλά με το ευφυές ρεφρέν από ένα χαζοχαρούμενο τραγουδάκι: "σφύριξα κι έληξες".

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος







Tuesday, January 15, 2013

Η αυτοκτονία ενός θαλασσινού έθνους


Share/Bookmark
Μια βασική αλήθεια για τους φόρους, ένας κοινός τόπος που ισχύει για κάθε μας πράξη: το δίκαιο ενός φόρου δεν κρίνεται από τις προθέσεις του αλλά από το αντικειμενικό αποτέλεσμα της εφαρμογής του. Το αποτέλεσμα αυτό είναι μετρήσιμο.
Ένας φόρος έχει εισπρακτικό αποτέλεσμα για το κράτος και αναπτυξιακό αποτέλεσμα για τους πολίτες αν
1. παράγει για το κράτος περισσότερα άμεσα και έμμεσα έσοδα από εκείνα που καταστρέφει, μείον τις δαπάνες που προκαλεί για την είσπραξη του. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται σε μεσοπρόθεσμη βάση. Δίχως αυτόν τον υπολογισμό δεν πρόκειται για φόρο αλλά για αρπαχτή, για κρατική πειρατεία.
2. παράγει περισσότερες βιώσιμες και υψηλού επιπέδου κατά το δυνατόν θέσεις εργασίας από όσες καταργεί στο σύνολο της οικονομίας.
Για να κριθεί αυτό μελετώνται και εκτιμώνται:
1. Οι συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά και οι πιθανές εναλλακτικές επιλογές των εμπλεκομένων,
2. Το κόστος και ο χρόνος που απαιτείται για να ανατραπεί και επανέλθει η κατάσταση στο πρότερο καθεστώς εάν αποδειχθεί επιβλαβής
Στην περιορισμένη φορολογική επιβάρυνση, στην ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. και στο ευρώ στη συνέχεια και στους δεσμούς των Ελλήνων πλοιοκτητών με τον τόπο (όχι μέχρι αυτοκαταστροφικής ηλιθιότητας όμως) οφείλουμε το γεγονός ότι χιλιάδες Έλληνες έχουν εργασία σε ναυτιλιακές εταιρείες που έχουν έδρα στον Πειραιά κυρίως, παρότι μη ανταγωνιστικός προς το Λονδίνο από πλευράς υποδομών, ασφάλειας δικαίου, γενικότερης πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας, γραφειοκρατίας, κλπ.
Από τον κύκλο εργασιών που δημιουργούν οι εταιρείες αυτές, που αλλιώς θα βρίσκονταν στο Λονδίνο ή οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, το κράτος εισπράττει άμεσα ή έμμεσα πάνω από το 50%. Κάθε δαπάνη στην επικράτεια φορολογείται με 23% ΦΠΑ, από τα καύσιμα που αγοράζουν οι εργαζόμενοι πληρώνουν πάνω από 50% φόρο, από το κόστος στον εργοδότη τους το 60-70% καταλήγει στα ασφαλιστικά ταμεία και το κράτος (43% είναι το ασφαλιστικό κόστος μόνο), επί των αυτοκινήτων των εργαζόμενων το κράτος εισπράττει φόρους, από κάθε δαπάνη τους εισπράττονται φόροι, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων εισπράττουν ενοίκια που φορολογούνται και πάρα πολλά άλλα.
Αυτονόητο: όλα αυτά αποτελούν τον πλούτο που γεννά μια παραγωγική δραστηριότητα και παράγει έσοδα και για τους πολίτες και για το κράτος, που θεωρητικά θα έπρεπε να τα επιστρέφει στους πολίτες σε ισάξιες υπηρεσίες.
Αυτές οι διαπιστώσεις μπορεί να μη συνάδουν με τη λαϊκίστικη υστερία και τους αφορισμούς στους οποίους υποκύπτει αυτή η Κυβέρνηση σχεδιάζοντας φόρους που μειώνουν την ανταγωνιστικότητα της δημιουργίας και λειτουργίας ναυτιλιακών εταιρειών με έδρα εντός της Ελλάδας, είναι όμως η αλήθεια.
Ίσως όμως να μην είναι εντελώς άδολοι οι λαϊκισμοί αυτοί. Υπάρχει ανταγωνισμός που πανηγυρίζει. Χιλιάδες θέσεις εργασίας περιμένουν να δημιουργηθούν στο City και αλλού από την Ελληνική ανοησία. Θέσεις εργασίας που θα χαθούν από την Ελλάδα, θα λείψουν από το σουπερμάρκετ, τις ταβέρνες, τα σχολεία, τις υπηρεσίες, το εμπόριο, τους συνδεόμενους κλάδους.
Συνέβη ήδη με τα τεκμήρια και τις εισφορές στα σκάφη αναψυχής. Χιλιάδες άνθρωποι που δεν αντιστοιχούσαν τα πραγματικά έσοδά τους στα φανταστικά τεκμαρτά, ή αντιμετώπιζαν το φάσμα της ανεργίας και της μείωσης των αμοιβών τους τα παρόπλισαν, τα πούλησαν, τα βύθισαν. Κάποιοι τα κρατούν οριακά και στην πρώτη ευκαιρία θα τα αποχωριστούν.
Παρότι ναυτικός λαός, υποτίθεται, μάλλον δεν αγαπούμε πολύ τη θάλασσα ώστε να μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε ότι ένα μικρό ιστιοφόρο 10 μέτρων κοστίζει κατά μέσο όρο 2 με 5 χιλιάδες ευρώ κατ’ έτος για τη συντήρηση, τον ελλιμενισμό και τα καύσιμά του. Παράλληλα εξοικονομεί από τις άλλες ταξιδιωτικές δαπάνες για τις οικογενειακές διακοπές, που αλλιώς πιθανότατα δεν θα κατόρθωναν οι περισσότεροι να κάνουν στην παρούσα συγκυρία. Ότι ομορφαίνει τις Ελληνικές θάλασσες και αποτελεί εναλλακτικό και όχι πολυτελή τρόπο γνωριμίας με το περιβάλλον.
Οι πραγματικά πλούσιοι και φοροδιαφεύγοντες δεν αντιμετώπισαν κανένα ζήτημα με τα τεκμήρια. Εάν όντως είχαν τέτοιο ζήτημα, απλώς πήραν τα σκάφη τους αλλού. Αφού πλήρωσαν μια φορά φόρο και τέλη, δαπανούν τώρα τα σχετικά ποσά στις μαρίνες της Κροατίας και της Τουρκίας για τις διακοπές τους μαζί με τους φίλους τους.
Το χειρότερο όλων: Ευρωπαίοι που είχαν αποφασίσει να ελλιμενίζουν τα σκάφη τους μόνιμα στην Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας τη λογική της αρπαχτής και τη γραφειοκρατική παράνοια του Ελληνικού κράτους έφυγαν επίσης με ευνοϊκό άνεμο προς άλλες χώρες και άλλα λιμάνια και δύσκολα θα επανέλθουν. Αυτοί που σκέφτονταν νάρθουν λάκισαν.
Κάθε σκάφος που βρίσκεται στην Ελλάδα και ανήκει σε κάτοικο εξωτερικού προκαλεί την ανέξοδη εισροή στην ελληνική οικονομία του σύνολου των δαπανών συντήρησης και ελλιμενισμού πλέον τα χρήματα που δαπανά ο ιδιοκτήτης, η οικογένειά του και οι φίλοι τους που έρχονται σε τακτική βάση στη χώρα. Γιατί όμως να μην πάνε στην Τουρκία ή στην Κροατία; Ή στην Ισπανία; Ή οπουδήποτε αλλού; Αυτό το αυτοκτονικό γεγονός συνέβη σε μια χώρα που θα μπορούσε να φιλοξενεί το 50% και άνω των σκαφών αναψυχής των Ευρωπαίων.
Ας κάνει κάποιος τον υπολογισμό του τι χάσαμε και τι χάνουμε.
Χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους. Παραγωγικές δραστηριότητες μειώθηκαν ή ερήμωσαν: καρνάγια, μαρίνες, νέοι άνθρωποι συντηρητές, δύτες, σκίπερς, εργαζόμενοι στην εστίαση, υποστηρικτικό και διοικητικό προσωπικό είδαν τις αμοιβές τους να μειώνονται ή τις δουλειές τους να χάνονται. Κλάδοι σε αρχικά στάδια ανάπτυξης που παρουσίαζαν και εξαγωγική δράση, όπως της κατασκευής μικρών σκαφών, αφανίστηκαν μόλις έχασαν την εσωτερική τους αγορά. Χιλιάδες έμειναν άνεργοι. Ζωές καταστράφηκαν, περιουσίες εξανεμίστηκαν, τα χρήματα έφυγαν από τις τράπεζες για να στηρίξουν την επιβίωση. Η ρευστότητα μειώθηκε. Ανθρώπινοι αριθμοί που δεν ενδιαφέρουν κανέναν στην έρημο των 3 εκατομμυρίων ανέργων, εργαζόμενων απλήρωτων και υποαπασχολούμενων. Αυτούς τους νέους ανέργους τους επιδοτεί το κράτος. Το χειρότερο όλων: οι νέες δουλειές που δεν βρήκαν τον δρόμο να γεννηθούν, η δημιουργικότητα και εφευρετικότητα του Έλληνα που δεν βρήκε διέξοδο, η καινοτομία που πέθανε καθώς γεννιόταν.
Τελικά, τα έσοδα του κράτους μειώθηκαν και οι δαπάνες του αυξήθηκαν.
Αυτή ήταν η αντικειμενική επίπτωση των φόρων στα σκάφη και των τεκμηρίων.
Πώς φαίνεται τώρα; Δίκαια ή άδικη;
Έχει νόημα να αναρωτηθούμε ποιος χάνει περισσότερα; Οι ιδιοκτήτες των οποίων απαξιώθηκε ένα περιουσιακό στοιχείο και ανάμεσά τους η πλειοψηφία των μικροϊδιοκτητών που απαξιώθηκε ένα μέρος από τη ζωή τους ή το ελληνικό κράτος και οι εργαζόμενοι;
Όλοι χάνουν κάτι εκεί που όλοι κέρδιζαν και θα μπορούσαν να κερδίζουν παραπάνω.

Ας πάμε κι ένα βήμα παραπέρα. 
Ποιος μέτρησε την επίπτωση; Ποιος έκανε τον απολογισμό; Ποιος θα δώσει λόγο;
Το ΥΠΟΙΚ γνωρίζει καλά τη ζημιά στον δικό του κουμπαρά, καθώς αυτή το ενδιαφέρει μόνο: πόσα βγάλαμε μείον πόσα χάσαμε. Μελέτες έγιναν και κατατέθηκαν έγκαιρα.
Δείλιασαν όμως, φοβήθηκαν να μιλήσουν, να εξηγήσουν και να εξηγηθούν. Κάτι ψέλλισαν, κάτι μισοείπαν αλλά τρομοκρατημένοι υπαναχώρησαν στην πρώτη κραυγή του τέρατος του λαϊκισμού και του κιτρινισμού.
Έτσι λοιπόν οι κυβερνώντες ετοιμάσαν και τον νέο φόρο και «τέλη πλόων» και ποιος ξέρει τι άλλο θα σκαρφιστούν (σ.σ. κοντά δυο χρόνια μετά, σκαρφίστηκαν τελικά τέλος πολυτελείας επί του τεκμαρτού εισοδήματος!) για να μη μείνει ούτε μια ναυτιλιακή εταιρεία στην ελληνική επικράτεια, ούτε καράβι, ούτε καΐκι, ούτε βάρκα στα ελληνικά νερά.
Μπορεί να ήταν και απαίτηση της Τρόικας. Καθόλου αθώα απαίτηση, αν είναι έτσι. Μέσω της Τρόικας εκφράζονται πολλές φορές ανταγωνιστικά συμφέροντα. Αυτό όμως δεν αθωώνει την κυβέρνηση.
Εάν είναι έτσι, για μια ακόμη φορά η Τρόικα δεν βρήκε απέναντι κανέναν για να διαπραγματευτεί σοβαρά με βάση το εθνικό συμφέρον. Βρήκε μια κυβέρνηση αδύναμη να θέσει στόχους, να κατανοήσει, να αξιολογήσει, να μετρήσει, να παραθέσει μελέτες, να επιχειρηματολογήσει, να εξηγήσει, να πείσει, να προτείνει ξεκάθαρες εναλλακτικές μείωσης κρατικών δαπανών.
Και ακόμη περισσότερο, βρήκε αντικειμενικά σύμμαχο μια λαϊκίστικη αντιπολίτευση, μια ψευδεπίγραφη αριστερά (σ.σ. το άρθρο γράφτηκε τον Ιανουάριο του 2013) η οποία με κάθε τρόπο προωθεί την υπανάπτυξη καλλιεργώντας με ψεύδη και εντυπωσιοθηρία τα πιο ταπεινά αισθήματα των πολιτών: αυτά του μίσους και του φθόνου. Η νομιμοποίηση αυτών των αισθημάτων στους πολίτες από εκείνους που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι οι πλέον γενναιόδωροι και αλτρουιστές είναι το παμπάλαιο μονοπάτι μέσα από το οποίο ο αριστερισμός οδηγεί νομοτελειακά στον φασισμό.
Κάθε λογικός άνθρωπος καταλαβαίνει ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα η νέα φορολογική επιβάρυνση, αν εφαρμοστεί, με δεδομένο τον σκληρό διεθνή ανταγωνισμό, θα οδηγήσει στη μεταφορά των πλοίων σε άλλες εταιρείες εκτός Ελλάδας, ενώ αυτές που θα μείνουν εδώ θα μαραζώσουν σταδιακά ή θα διαχειρίζονται δεύτερης επιλογής και μεγέθους assets. Κάποιοι ακόμη συμπολίτες, φίλοι, συγγενείς μας, εργαζόμενοι, λογιστές, διαχειριστές, γραμματείς, ναυτικοί, καπεταναίοι, τεχνικοί, οικονομολόγοι, συντηρητές, καθαρίστριες θα χάσουν τις δουλειές τους, κάποια κτήρια θα ξενοικιαστούν, οι φόροι από όλα αυτά και οι ασφαλιστικές εισφορές θα εξαφανιστούν, το κράτος θα αναγκαστεί να πληρώσει μερικούς ανέργους παραπάνω.
Ένα ακόμη μέρος του ΑΕΠ θα χαθεί. Το ποσοστό του ελλείμματος θα αυξηθεί ακόμη λίγο και η πολιτική μας τάξη θα ζητιανεύει την ανάπτυξη στα συμβούλια κορυφής.
Αν αυτή την απόφαση, μαζί με πολλές άλλες παρόμοιες δεν την ξέβρασε μια θάλασσα ανοησίας και ανικανότητας αλλά είναι αποτέλεσμα δειλίας και φόβου, αν ακόμη χειρότερα είναι δόλια, τότε είναι από εκείνα τα πράγματα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, χωρίς καμιά υπερβολή, εθνική μειοδοσία.

Τελικά, μάλλον υπάρχουν πράγματι κόκκινες γραμμές και το πολιτικό μας σύστημα τις υπερασπίζεται και με πείσμα και με πάθος.
Μόνο που οι κόκκινες αυτές γραμμές είναι τραβηγμένες σε λάθος μέρος, απλώνονται σε εσφαλμένη γεωγραφία, είναι χαραγμένες σε αποπροσανατολισμένους χάρτες, υπερασπίζονται μολυσμένες θάλασσες.
Είναι οι κόκκινες γραμμές που απαγορεύουν την προέλαση την αλληλεγγύης, την κυριαρχία της δημιουργικότητας, την επιβολή της λογικής, την εμφάνιση της αλήθειας.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


Υ.Γ. Το άρθρο αυτό γράφτηκε πριν από δυόμισι χρόνια, και αφορούσε μια άλλη κυβέρνηση και την τότε αντιπολίτευση που σήμερα είναι  κυβέρνηση. Με αφορμή τη θαλασσινή περιπέτεια του κ. Τσίπρα το ξαναδημοσιεύω. Θα μπορούσε να έχει γραφτεί ακριβώς ίδιο χθες. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.
 18/8/2015,
  Γ.Γ.Γ.


 Για περισσότερα δεδομένα σε σχέση με τα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής δείτε στο




Monday, January 7, 2013

Ένας χρυσός κανόνας ηγεσίας.


Share/Bookmark
Νομίζω ότι ένας από τους τρόπους να αναγνωρίσει κανείς έναν ηγέτη, και να τον επιλέξει, είναι η έμφυτη εκείνη ιδιότητα που του επιτρέπει να προσελκύει γύρω του ανθρώπους αφενός ικανότερους από τον ίδιο σε διάφορους τομείς και ταυτόχρονα συνετά φιλόδοξους, ώστε να αντιλαμβάνονται ότι θα ήταν ηλίθιο να επιχειρήσουν να τον αντικαταστήσουν οι ίδιοι για όσο διάστημα, αν κατόρθωναν να το επιτύχουν, δεν θα υπήρχε τίποτα επί του οποίου να ηγούνται πλέον.

Αυτή η ιδιότητα του ηγέτη προϋποθέτει μάλλον και κάποιας μορφής πηγαία στωικότητα, ένα απόθεμα γενναιοψυχίας, έναν μελαγχολικό συμβιβασμό με τον χρόνο, μια αρχοντιά, ώστε να επιδιώκει συνειδητά το διάστημα αυτό να μην ταυτίζεται με το υπόλοιπο της ζωής του.

Αυτός ο κανόνας επιτρέπει και την αναγνώριση των μωροφιλόδοξων, εάν εφαρμοστεί αντίστροφα.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος



Saturday, January 5, 2013

Discus fishes


Share/Bookmark
 Στο ενυδρείο μου έχω δίσκους. Discus fishes, για όποιον γνωρίζει από ενυδρεία. Εϊναι τα ομορφότερα και τα πιο ιδιαίτερα από τα τροπικά.

Είναι σχετικά μεγάλα ψάρια, φτάνουν το μέγεθος της παλάμης, επίπεδα, στρογγυλά σαν φεγγάρια, με πολύ όμορφα χρώματα που παραλλάζουν με τις διαθέσεις τους σε κάποια βασικά μοτίβα που υποκρύπτονται ακόμη και μετά τις διασταυρώσεις.


Είναι απελπιστικά ήμερα. Παρά το μέγεθός τους, οποιοδήποτε ψάρι μπορεί να τους επιτεθεί και να τα ενοχλήσει. Ακόμη και τα σχετικά μικρά. Αυτά τα αντιμετωπίζουν με αδιαφορία. 


Όταν αισθανθούν πίεση ή πανικό ή κάποιας μορφής επίθεση, σταματούν να τρώνε, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν.



Αντίθετα, έχουν πάρα πολύ έντονες σχέσεις μεταξύ τους: ιεραρχία, ζευγάρια που δημιουργούνται εφ' όρου ζωής. Αντιπάθειες και συμπάθειες. Γίνονται πολύ επιθετικά στην αρχή, αν εισαχθεί ένα καινούριο του είδους τους. Δεν το σκοτώνουν. Το απομονώνουν και το κυνηγούν. Αλλά σταδιακά το αποδέχονται. Μετά ξεθαρρεύει και εντάσσεται στο ιεραρχικό τους σύστημα. Καμιά φορά – σπάνια - αν αυτό είναι αδύναμο, όμως, υποκύπτει. 

Είναι σχεδόν θηλαστικά. Γεννούν αυγά, τα οποία φροντίζουν εναλλάξ ο πατέρας και η μητέρα.

Όταν εκκολαφθούν τρώνε από το δέρμα των γονιών τους, το οποίο εκκρίνει ένα είδος μικροσταγονιδίων λίπους. Κάτι σαν γάλα.

Αναγνωρίζουν ανθρώπους, για το σύμπαν των οποίων δείχνουν μάλλον περισσότερο ενδιαφέρον από αυτό που δείχνουν για τους υδάτινους συγγενείς τους.


Παρά την παράδοξη συμπεριφορά τους και τις ελλιπείς τους ικανότητες (είναι και αδέξιοι κολυμβητές, στέκονται σε περίεργες στάσεις, λίγο γυρτά σε αντίθεση με τα άλλα ψάρια), γίνονται το επίκεντρο του ενυδρείου, καθώς είναι τα πιο πολύτιμα και καταφανώς τα πιο όμορφα. Ακόμη και δυο-τρία μόνο, αποτελούν τον λόγο ύπαρξης των υπολοίπων. Αν δεν το κατορθώσουν, απλά αρρωσταίνουν και μας εγκαταλείπουν.



Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος



Λίστα Λαγκάρντ και ψέματα


Share/Bookmark
Θαύμα, θαύμα!

ή πώς η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ έγινε υπόθεση Παπακωνσταντίνου.

Ας δούμε το πράγμα από την αρχή:

Μια λίστα με ονόματα ατόμων που διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία φτάνει στα χέρια των ελληνικών αρχών με άτυπο τρόπο.

Μετά αρχίζουν (ή συνεχίζουν) τα ψέματα.



Ψέμα πρώτο:
Τα καλά μας ΜΜΕ και η πολιτική μας τάξη προσπαθούν απελπισμένα να μας πείσουν ότι είναι θέμα πατριωτισμού ή νομιμότητας να διατηρεί κάποιος τις αποταμιεύσεις του (δηλαδή τους κόπους της εργασίας του) σε τραπεζικούς οργανισμούς χρεοκοπημένους, των οποίων η ανακεφαλαιοποίηση, ακόμη και η διατήρησή στο νόμισμά μας που εξασφαλίζει την αξία τους (δηλαδή η ασφάλεια των καταθέσεών του) εξαρτώνται από μερικές χιλιάδες μεταφερόμενες ψήφους, μερικούς βουλευτές που θα στηρίξουν ή δεν θα στηρίξουν, την περιστρεφόμενη στάση του Σαμαρά, την αποφασιστικότητα του Κουβέλη, την ευθύτητα του Βενιζέλου απέναντι στην καταστροφική βεβαιότητα του Τσίπρα, του Καμμένου και του Μιχαλολιάκου.

Των ίδιων αυτών τραπεζών που υπό τον έλεγχο και πίεση του πολιτικού συστήματος δανείζουν αφειδώς με τα χρήματα των αποταμιευτών, πέρα από το αφερέγγυο ελληνικό Δημόσιο, τα ΜΜΕ τους, τα κόμματά τους, τις ψευτοεπιχειρήσεις τους, τους ίδιους.

Προσπαθούν να μας πείσουν ότι ο πατριωτισμός ταυτίζεται με την κοινή μ.....κία.

Το γεγονός ότι αν κάποιος έχει τις αποταμιεύσεις του σε οποιαδήποτε τράπεζα, ελληνική ή όχι, σε μετοχές, σε ακίνητα, στο στρώμα του, αφορά μόνο τον ίδιο και τις επιλογές που κάνει για να έχει καλύτερες αποδόσεις και μεγαλύτερη ασφάλεια για την περιουσία του, αποκρύπτεται και συσκοτίζεται. Το ότι η κίνηση κεφαλαίων είναι ελεύθερη και απρόσκοπτη αποσιωπάται.

Επιβάλλουν ένα ψευδεπίγραφο ιδεολόγημα που αποκρύπτει το ουσιαστικό:

Δεν ανήκει η περιουσία των Ελλήνων στο Ελληνικό κράτος. Το Ελληνικό κράτος ανήκει στους πολίτες του.

Εάν οι Έλληνες απολέσουν την περιουσία τους, δεν θα υπάρξει κανείς πουθενά στον κόσμο που θα αναπληρώσει την απώλεια.

Από αυτή την άποψη, πατριωτικό καθήκον των Ελλήνων (και συμφέρον του ελληνισμού) είναι οι πολίτες να διαφυλάξουν όπως κρίνουν σκόπιμο τη νομίμως αποκτημένη περιουσία τους και να την αυγατίσουν επίσης.

Η ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών είναι να δημιουργούν το περιβάλλον εκείνο ασφάλειας και σταθερότητας που θα προσέλκυε και τους ξένους, και όχι μόνο τους Έλληνες, να έχουν σοβαρό κίνητρο για να έχουν τις αποταμιεύσεις τους στην Ελλάδα, προκειμένου να διευκολύνουν την ανάπτυξη.

Είναι η ευθύνη αυτών των ίδιων ηγεσιών που χρεοκόπησαν τις ελληνικές τράπεζες και τα ταμεία, φορτώνοντάς τους ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου τα οποία δεν αγόραζε κανείς, για να μείνουν λίγο ακόμη στην εξουσία και να διορίσουν ακόμη μερικούς. Οι ίδιοι που δεν χρειάζεται η λίστα αυτή για να βρούμε το ονοματεπώνυμό τους και να διαπιστώσουμε ότι κυκλοφορούν ακόμη ελεύθεροι.


Ψέμα δεύτερο:
Παρά το ότι η λίστα αφ' εαυτής δεν είναι αξιοποιήσιμη ως αποδεικτικό στοιχείο σε οιοδήποτε δικαστήριο, μπορεί κάλλιστα να χρησιμεύσει ως εργαλείο για να ελεγχθούν περιπτώσεις όπου εμφανίζεται δυσανάλογα μεγάλη περιουσία σε σχέση με τον κάτοχό της, χωρίς καν να υπάρχει αναφορά σε αυτήν. Έτσι έπραξαν όλες οι χώρες που την έλαβαν. Οι αρμόδιες υπηρεσίες έριξαν μια ματιά στα δηλωθέντα εισοδήματα των κατόχων των λογαριασμών και, εάν αυτά δικαιολογούσαν την περιουσία τους, δεν έδωσαν συνέχεια. Εάν όχι, τους κάλεσαν για εξηγήσεις ελέγχοντας άλλα στοιχεία και όχι τους επίμαχους λογαριασμούς καθαυτούς.

Αλλά οι αρμόδιες υπηρεσίες σε όλες τις χώρες. το κάνουν αυτό μόνιμα, συστηματικά και αθόρυβα και με βάση τις εγχώριες καταθέσεις, εάν υπάρχουν κάπου υπόνοιες. Δεν το κάνουν επιλεκτικά όταν αδειάζουν οι τράπεζες για να εκφοβίσουν τους πολίτες και να τους αναγκάσουν να παραδώσουν στο κοτζαμπάσικο κράτος και τις αποταμιεύσεις τους.

Στην Ελλάδα ο αρμόδιος προϊστάμενος του ΣΔΟΕ, σε μια χώρα όπου οι θεσμοί δεν λειτουργούν και η Διοίκηση αρνείται τις ευθύνες της ως Διοίκηση, γιατί η πολιτική μας τάξη την έχει αποδιαρθρώσει και ευνουχίσει συνειδητά, αισθάνθηκε την ανάγκη να ρωτήσει την πολιτική ηγεσία για το τι να κάνει.

Εκεί είναι και η βασική ευθύνη της πολιτικής μας τάξης: η Διοίκηση δεν δρα αυτόνομα με βάση τους στόχους της και συγκεκριμένες μεθόδους, αυτό που αποκαλούμε Κράτος Δικαίου, αλλά έχει υποκατασταθεί από την πολιτική ηγεσία, η οποία την ευνούχισε και την διέφθειρε.

Το δια ταύτα:
Αντί η συζήτηση να επικεντρωθεί

Α. στο αν υπάρχουν κάποιοι συμπολίτες μας, και καταρχήν πολιτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι που διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται δημόσια εξουσία, με σημαντική περιουσία την οποία δεν μπορούν να δικαιολογήσουν (όχι με τα τερτίπια εξωπραγματικών τεκμηρίων αλλά με πραγματικά δεδομένα) και στο πώς αυτοί θα κληθούν να πληρώσουν, ασχέτως αν έχουν την περιουσία τους στην Ελλάδα, στο εξωτερικό, σε ευρώ, σε ακίνητα ή σε ράβδους χρυσού,

Β. στο αν η Διοίκηση είναι σωστά δομημένη και ανεξάρτητη από την πολιτική ηγεσία, ώστε να κάνει με επαγγελματισμό τη δουλειά της,

κατέληξε στο να συζητάμε για επιτροπές και άλλες ανοησίες, που θα εξετάσουν γιατί ο κ. Παπακωνσταντίνου και όποιος άλλος έσβησε κάποια ονόματα συγγενών του σε μια άτυπη λίστα.

Θαύμα, θαύμα! Στη εξέδρα η μπάλα και πάλι.


Ε, λοιπόν, για να προκαλέσω (χωρίς φυσικά να απαλλάσσω τον κ. Παπακωνσταντίνου για αυτό το πταίσμα, σε σχέση με το πραγματικό τους έγκλημα):

Ναι, οι περισσότεροι το ίδιο θα κάναμε, εάν ο Διοικητής του ΣΔΟΕ και οι αρμόδιες υπηρεσίες, αντί απλά να κάνουν τη δουλειά τους, καταδέχονταν να μας ρωτήσουν. 


Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος





Friday, January 4, 2013

Τι είναι η ανάπτυξη; (μέρος β'): Το αυτοκίνητο


Share/Bookmark
Θα προσπαθήσω με απλά παραδείγματα να δείξω ότι η ανάπτυξη δεν είναι μια οικονομική νομοτέλεια, ένας αυτοματισμός. Ότι δεν υπάρχει ουδέτερη ανάπτυξη. Ότι η ανάπτυξη είναι μια σειρά από εναλλακτικές λογικές επιλογές, συνδέεται με μια σειρά από στόχους και ένα σύνολο από μέσα, για τις οποίες η κοινωνία αποφασίζει πολιτικά (ή δεν βρίσκει τον τρόπο να αποτρέψει μια εξέλιξη αποφασίζοντας), βάζοντας στη ζυγαριά των αξιών της προτεραιότητες και συμφέροντα.

Το αυτοκίνητο υπήρξε το όνειρο κάθε υπανάπτυκτης κοινωνίας ως σύμβολο των ανεπτυγμένων. Έχει ιδιαίτερες ιδιότητες. Είναι ταυτόχρονα μέσο κατανάλωσης και μέσο παραγωγής. Ο διαχωρισμός είναι λεπτός και εξαρτάται από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται και τις λοιπές υποδομές, μερικές φορές είναι και τα δύο ταυτόχρονα σε διαφορετικά ποσοστά.

Συγχωρήστε τις απλουστεύσεις που γίνονται, λόγω χώρου, για να αναδειχθούν τα σημαντικά σημεία που αποτελούν επιλογές.

Το ιδιωτικό αυτοκίνητο μεταφέρει τους ανθρώπους στην εργασία τους εκεί όπου οι μαζικές μεταφορές δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν αποδοτικά, είναι μέσο εργασίας για δεκάδες επαγγέλματα που προϋποθέτουν την ατομική μετακίνηση (από αγρότες, ως τεχνίτες, εμπόρους και γιατρούς), χρησιμεύει για την υποστήριξη της καθημερινής λειτουργίας των νοικοκυριών (μεταφορά και μετακινήσεις παιδιών, ανάπτυξη κοινωνικής ζωής, ψώνια) εκεί όπου τα το οριακό κόστος επένδυσης και διαρκούς λειτουργίας των κοινών υποδομών είναι πολύ υψηλό: κυρίως στην επαρχία.

Χωριά και κωμοπόλεις δεν θα μπορούσαν να υποστηρίξουν σε αυτή τη φάση ανάπτυξης της χώρας μεγάλης κλίμακας υποδομές, στο ελληνικό ανάγλυφο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον, με τρόπο ανταγωνιστικό αυτού του αυτοκινήτου.

Από την άλλη πλευρά, το ιδιωτικό αυτοκίνητο στις μεγάλες πόλεις αφαιρεί πολύτιμο χώρο και πόρους από τα Μέσα Μαζικής μεταφοράς, επιβαρύνει το περιβάλλον υπέρμετρα, απωθεί τις εναλλακτικές ελαφρότερες μορφές μετακίνησης (ποδήλατο, scooter), καταναλώνει χώρο, χρόνο και χρήμα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, καθώς το οριακό κόστος λειτουργίας για την παραγωγή μιας επιπλέον μονάδας μεταφοράς είναι πολύ υψηλότερο.

Συνεπώς, εάν μειώσουμε οριζόντια τη χρήση του αυτοκινήτου, θα πληγούν περισσότερο οι παραγωγικές χρήσεις, ενδεχόμενα οδηγώντας σε ερήμωση περιοχών της χώρας και εγκατάλειψη των παραγωγικών δραστηριοτήτων, πάντως σίγουρα σε απώλεια παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας στις περιοχές που θα πληγούν, ενώ θα βελτιώσουμε τη λειτουργικότητα των πόλεων. Μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσουμε περισσότερα περιφερειακά μικρά αστικά κέντρα.

Αν (γενικεύοντας οριακά) αποφασίσουμε στοχευμένα να μειώσουμε τη χρήση στις πόλεις και επιτρέψουμε τη φθηνότερη χρήση του στην επαρχία, τότε κατά τεκμήριο ενισχύουμε περισσότερο την παραγωγική του λειτουργία και λιγότερο την καταναλωτική.

Εδώ αρχίζουν οι επιλογές μιας κοινωνίας: Πρέπει να κινηθούμε σε αυτή την κατεύθυνση; Κάποιο θα απαντήσουν «ενδεχόμενα», αλλά ας το λύσει η αγορά. Η αγορά όμως λαμβάνει υπόψη τους φόρους και τις ρυθμίσεις. Αν τις καταργούσαμε όλες στην περίπτωση του αυτοκινήτου, τότε θα τελειώναμε με έναν κατακλυσμό από κινούμενα κουτιά που θα κατάπιναν τα πάντα. Άρα, ναι, το ρυθμίζει η αγορά με έναν τρόπο. Μόνο που αυτός ο τρόπος οδηγεί σε ένα μοντέλο ανάπτυξης χαμηλότερης οριακής χρησιμότητας των πόρων και επομένως λιγότερο παραγωγικό. Θα κατέρρεε το σύστημα δικτύων, όπως έγινε στην Μπανγκόκ ή στο Κάιρο, κάτω από το βάρος της αγοράς.

Είναι πιο παραγωγικό να είναι οι δρόμοι (τα δίκτυα δηλαδή) δημόσιοι ή να επιβαρύνονται από άμεσα ανταποδοτικά τέλη; Μήπως το πρώτο διευκολύνει την ανταγωνιστικότητα αυξάνοντας το συνολικό προϊόν, καθώς κατεβάζει το κόστος της παραγωγικής χρήσης του αυτοκινήτου σε σχέση με άλλες αγορές (μεταφορές, κίνηση πληθυσμών, τουρισμός, εμπόριο);

Αρχίζουμε, συνεπώς, να συζητούμε τις λοιπές εκδοχές ανάλογα με το τι θέλουμε να πετύχουμε και αποφασίζουμε τι θα εφαρμόσουμε.

Τι πράξαμε εμείς; Επιβάλαμε οριζόντιους φόρους και τεκμήρια και υπέρμετρα τέλη κυκλοφορίας και ακραία διόδια προς όφελος των εθνικών μας εργολάβων, τέλη που δεν έχουν καμιά μετρημένη ανταποδοτικότητα, τα οποία έπληξαν τη χρήση του αυτοκινήτου παντού, αλλά η επίπτωση έγινε αισθητή περισσότερο μέσω των διοδίων και της οριζόντιας αύξησης τεκμηρίων , τελών και κόστους καυσίμων στις παραγωγικότερες χρήσεις του που βρίσκονται εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό. Στην επαρχία, στην αγροτική παραγωγή, στις εμπορευματικές μεταφορές, στον τουρισμό. Επιβαρύναμε τα μεγαλύτερα αμάξια παντού, ανεξάρτητα από το πού και εάν πράγματι χρειάζονται για παραγωγικούς λόγους. Η λογική θα έλεγε ότι θα έπρεπε να επιβληθούν περιορισμοί και επιβαρύνσεις στη χρήση στις πόλεις ή στην καταναλωτική λειτουργία. Τα παρκόμετρα όμως ξηλώθηκαν. Οι υποχρεωτικοί χώροι στάθμευσης στις νέες οικοδομές καταργήθηκαν για να κτίσουμε περισσότερο (άδεια σπίτια). Η ιδέα για διόδια στις μεγάλες πόλεις εγκαταλείφθηκε (εφαρμόστηκε στο Λονδίνο μετά από συζήτηση και σύγκρουση).

Γιατί; Γιατί κανείς δεν μέτρησε, κανείς δεν σχεδίασε, ποτέ δεν τέθηκαν οι πραγματικές εναλλακτικές στην κοινωνία για να αποφασίσει ανάμεσα στην άποψη των συντηρητικών, οι οποίοι θα υποστήριζαν ότι καλό είναι να αφήσουμε την αγορά να δράσει με τις λιγότερες παρεμβάσεις, των σοσιαλδημοκρατών, που θεωρητικά θα υποστήριζαν κάποιας μορφής μεταφορά πόρων από τις πόλεις προς την επαρχία επενδύοντας δημόσιο χρήμα ώστε να γίνουν ανταγωνιστικότερα τα χαμηλής αποδοτικότητας ΜΜΜ στα μικρά χωριά, ή δημιουργώντας δημόσια δίκτυα, των οικολόγων, που θεωρητικά πάλι θα υποστήριζαν με σοβαρά επιχειρήματα ότι το αυτοκίνητο μεσοπρόθεσμα πρέπει να περιοριστεί και να αντικατασταθεί από άλλα μέσα που εξασφαλίζουν τη χρήση ανανεώσιμων πόρων (επομένως να επενδυθεί και δημόσιο χρήμα και να γίνουν ρυθμίσεις υπέρ των μέσων αυτών), των φιλελεύθερων, που θα πρότειναν τις έξυπνες εκείνες ρυθμίσεις που με στοχευμένες παρεμβάσεις κινήτρων και αντικινήτρων θα ρύθμιζαν την οριακή παραγωγικότητα των αγορών.

Όλα αυτά αποτελούν μια σοβαρή συζήτηση, η οποία απαιτεί μελέτη, κόμματα αξιών, κινήματα πολιτών, μέτρημα, σχέδιο, δημόσια ανοιχτή πολιτική συζήτηση και σύγκρουση των ομάδων αξιών και συμφερόντων για να καταλήξει η κοινωνία να αποφασίσει ψηφίζοντας για τους συμβιβασμούς που θα επιβληθούν επιλέγοντας ανάμεσα από ρεαλιστικές πραγματικές επιλογές, οι οποίοι συμβιβασμοί και αυτοί αξιολογούνται και εξελίσσονται.

Όλες οι Ευρωπαϊκές κοινωνίες έτσι το συζήτησαν και το συζητούν, με τις ιδιαιτερότητές της η κάθε μία, λαμβάνοντας υπόψη και πολλές άλλες παραμέτρους (πού παράγονται τα αυτοκίνητα, τι είδους αυτοκίνητα κλπ).

«Πλακώνονται» γι' αυτό, για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση του συρμού, οι πολίτες παίρνουν θέση σε αυτή τη σύγκρουση και αποφασίζουν για το μέλλον τους. Παραμένουν έτσι στο πεδίο του λογικού, ενδιαφέρονται για την πολιτική.

Τι κάναμε εμείς; Προφανώς τίποτα από αυτά.

Μεταφέραμε τη συζήτηση μαζί με την μπάλα στην εξέδρα. Το ζητούμενο έγινε πώς θα βγάλει λεφτά το κράτος από το αυτοκίνητο, ποιος θα πλειοδοτήσει σε ανέξοδο λαϊκισμό, στη δημιουργία ενός κλάδου-φούσκα που αναπόφευκτα θα ξεφούσκωνε.

Δεν συζητούμε για το πώς το αυτοκίνητο θα διευκολύνει την παραγωγικότητά της οικονομίας μεγεθύνοντας το συνολικό προϊόν με βιώσιμο τρόπο, πώς θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα των πολιτών της χώρας. Σε ποιο αναπτυξιακό πρότυπο θα συμβάλει και πώς.

Πρόσφατα τα ΜΜΕ επιχείρησαν, με το κατάλληλο λεκτικό, να κάνουν τους πολίτες να νιώθουν τύψεις επειδή κατέθεσαν τις πινακίδες για να αποφύγουν την εξαντλητική υπερφορολόγηση, ταυτίζοντας πονηρά τον πατριωτισμό με την κοινή μ......κία.

Το πολιτικό μας σύστημα θεωρεί φυσιολογικό να καλλιεργεί στους πολίτες την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε και να έχουμε αυτοκίνητα παντού και λειτουργικά Μέσα μαζικής Μεταφοράς, και χρήματα για το ένα και πόρους για το άλλο, αλλά και χαμηλό κόστος λειτουργίας του αυτοκινήτου παντού, και έσοδα για το κράτος, και την επαρχία να το χρησιμοποιεί και την πόλη να το απορροφά, και ανταγωνιστικές μεταφορές, και πολλά και λίγα και το 'να και τ' άλλο. Και όλα αυτά μόνο και μόνο για να τους φορολογήσει όπου τους πιάσει.

Δεν έχουμε μάθει ότι οι καταφάσεις προϋποθέτουν μια σειρά από αρνήσεις, σε έναν κόσμο με πάντα περιορισμένους πόρους και άπειρες ανάγκες, θυσιάζεις κάτι για να επιτύχεις κάτι ανώτερο για όλους, για τους περισσότερους ή για λίγους.

Όμως αυτή η συζήτηση, των ρεαλιστικών εναλλακτικών, είναι η βασική προϋπόθεση της ανάπτυξης.

Δίχως αυτή τη δημόσια πολιτική συζήτηση, που είναι ο δημοκρατικός διάλογος και ο οποίος απαιτεί τους αντίστοιχους συζητητές, ανάπτυξη δεν θάρθει ποτέ και το Κάιρο και η Μπανγκόκ (πριν 10 χρόνια) θάρχεται στις περιόδους των παχιών αγελάδων κάθε μέρα πιο κοντά, οδηγώντας μέσα από σπάταλα μποτιλιαρίσματα και κακεντρεχή διόδια, δίχως ζώνες ασφαλείας και αερόσακους, στην κατάρρευση και στη Βόρεια Κορέα ή την Υεμένη του μέλλοντός μας, σε μια μικρή χώρα που αυτοκίνητο θα έχει τελικά μόνο ο μέγας φωτεινός τιμονιέρης, χαρισματικός διάδοχος κάποιου κ. Τσίπρα, ο οποίος πρακτικά δεν θα το χρειάζεται κιόλας, καθώς οι αποστάσεις ως τα σύνορα αυτής της χώρας θα έχουν κοντύνει δραματικά.

Κι εμείς ακόμη θα συζητάμε και θα διαφωνούμε για το παράλογο, για την αδικία του σύμπαντος και της κακής μας μοίρας, τους Γερμανούς που θέλουν να μας πουλήσουν αυτοκίνητα αλλά, οι άθλιοι, δεν θέλουν να μας δίνουν και τα λεφτά για να τα αγοράζουμε.

Η επωδός είναι, επομένως, το θεμελιώδες ζητούμενο: πώς θα μεταφέρουμε την πολιτική αντιπαράθεση στις πραγματικές εναλλακτικές; Πώς θα διεκδικήσουν οι σοβαροί φορείς το 80% της κοινωνίας, που στον σύγχρονο κόσμο τούς ανήκει, ανασυστήνοντας τη Δημοκρατία; Συζητώντας με το παράλογο η αντιπαλεύοντας για τις ιδέες και τις διαφορετικές ρεαλιστικές προτάσεις τους; 

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος